Του Ηλία Γιαννακόπουλου – Φιλόλογου
«Όστις ιστορεί τον ίδιον βίον χρεωστεί να σημειώσει και τα κατορθώματα και τα αμαρτήματα της ζωής του, με τόσην ακρίβειαν, ώστε μήτε τα πρώτα να μεγαλύνη, μήτε τα δεύτερα να σμικρύνη ή να σιωπά παντάπασι∙ πράγμα δυσκολότατον για την έμφυτον εις όλους μας φιλαυτίαν» (Αδ. Κοραής)
Στο τέλος του χρόνου – κάθε χρόνο – συνηθίζουμε όλοι, άλλοτε συνειδητά κι άλλοτε ασυνείδητα, να ξεφυλλίζουμε τις 365 ημέρες που πέρασαν για να συμπληρώσουμε το «βιογραφικό» μας σημείωμα που σίγουρα θα μάς ζητήσει ο νέος χρόνος, το 2024. Τότε είναι που προβληματιζόμαστε για εκείνα τα στοιχεία που θεωρούμε ως σημαντικά ή ασήμαντα επιτεύγματα και τα οποία θα πρέπει να συμπεριλάβουμε ή να αποφύγουμε σε ένα «εικονικό βιογραφικό» για το απαιτητικό 2024.
Άθελά μας επιστρέφουμε στην γνωστή παραίνεση-τριλογία του Πυθαγόρα:
“Πη παρέβην; Τι δ΄έρεξα; Τι μοι δέον ουκ ετελέσθη; (Τι παρέβηκα, τι έκανα σωστό και τι έπρεπε να κάνω και δεν το έκανα;)
Ένα Βιογραφικό του Χρόνου μας- Μία Αυτοβιογραφία
Ίσως σε κάποια στιγμή της ζωής μας όλοι να υποχρεωθήκαμε να συντάξουμε ένα βιογραφικό σημείωμα. Ίσως σε κάποια άλλη περίπτωση όλοι νιώσαμε την ανάγκη να αφηγηθούμε τη ζωή μας μέσα από την αυτο-βιογραφία μας. Η ανάγκη αυτή έλκει την καταγωγή της από την εποχή των σπηλαίων όπου οι άνθρωποι με περισσό ζήλο αναπαριστούσαν στιγμές της προσωπικής καθημερινής τους ζωής (κυνήγι…). Αυτή η διαχρονική ανάγκη αισθητοποιεί μία ενδόμυχη επιθυμία για ενδοσκόπηση και αφηγηματοποίηση του εαυτού μας. Την ανάγκη αυτή τροφοδοτούν και τα σύγχρονα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που από τη φύση τους και τον τρόπο χρήσης τους συνιστούν μία sui generis αυτοβιογραφία.
Πάντα η σύνταξη ενός βιογραφικού σημειώματος με δυσκόλευε γιατί έπρεπε άτακτες σκέψεις και σκόρπια γεγονότα να χωρέσουν σε ένα πλαίσιο που να είναι χρηστικό και κατανοητό στους άλλους. Η σύνταξη μιας αυτοβιογραφίας προσκρούει σε περισσότερα εμπόδια γιατί εμπεριέχει στοιχεία εξομολόγησης αλλά και αυτογνωσίας. Διλήμματα και ερωτήματα ορθώνονται συνεχώς μπροστά σου όταν κάποιο στοιχείο πρέπει να καταγραφεί και να κοινοποιηθεί. Ποια λεπτομέρεια της ζωής σου μπορεί να ενδιαφέρει κάποιους όταν εσύ ο ίδιος ακόμη δεν μπορείς να αξιολογήσεις εκείνα τα στοιχεία που πλέκουν τον ιστό της βιολογικής και όχι μόνον πορείας σου; Μία λεπτομέρεια μπορεί να είναι σημαντική για σένα, αλλά μπορεί να είναι αδιάφορη για τον αναγνώστη.
Από τα πράγματα, λοιπόν, τίθεται το ερώτημα για ποιον σκοπό γράφεται μία αυτο-βιογραφία, σε ποιον απευθύνεται και πόση ειλικρίνεια χρειάζεται η σύνταξή της; Ένα άλλο βασανιστικό ερώτημα που τίθεται διαρκώς είναι κι αυτό που σχετίζεται με την τόλμη να εξωτερικεύσουμε και να γνωστοποιήσουμε γεγονότα και σκέψεις που μπορεί να διαφοροποιήσουν την επιθυμητή εικόνα του Εγώ μας. Πόσα και πόσα κρυφά δεν κρύβει ο καθένας και πεισματικά τα φυλακίζει στα ενδότερα της μνήμης του. Στοιχεία που μπορεί να διασώζουν την θετική εικόνα που έχουν οι άλλοι για μάς, αλλά μόνο εμείς γνωρίζουμε πόσο αυτή η εικόνα είναι κίβδηλη. Είναι αυτά τα κρυμμένα στοιχεία που πιέζουν να εξωτερικευτούν και καθημερινά μάς ματώνουν.
Οι φόβοι μας
Πάντα μάς τρομάζει η ιδέα πως κάποιοι μπορούν να μάθουν εκείνες τις κρυφές πλευρές της ζωής μας (σκέψεις και πράξεις). Νιώθουμε γυμνοί κι ανυπεράσπιστοι απέναντι σε χιλιάδες μάτια ανθρώπων που θα ήθελαν να γνωρίσουν και την αθέατη πλευρά του εαυτού μας. Ένα ακαθόριστο αίσθημα αυτοενοχοποίησης μάς κυριεύει όταν κρύβουμε κάτι από τους άλλους. Τους άλλους μπορείς να τους κοροϊδέψεις για τα «κρυμμένα» σου. Τον εαυτό σου, όμως, πώς και για πόσο μπορείς να τον κοροϊδέψεις; Όλοι ομολογούμε πως «είχε πολλά κρυμμένα» κάποιος όταν για μια στιγμή γινόμαστε κοινωνοί εκείνων των στοιχείων που ίσως θολώσουν την εικόνα που είχαμε για αυτόν.
Κι αν στην αυτο-βιογραφία μας περισσέψει η ειλικρίνειά μας, αυτό δεν σημαίνει πως τελειώνουν οι αναστολές μας. Η αυτο-βιογραφία, όπως προείπαμε συνιστά μία sui generis εξομολόγηση που με την σειρά της προϋποθέτει μία βαθιά αυτογνωσία. Η παραδοχή αυτή καταγράφει τις δυσκολίες τόσο στην επιλογή του υλικού που θα κοινοποιηθεί όσο και στον τρόπο με τον οποίο θα προβληθεί. Κι αυτό γιατί υπάρχει πάντα ο σκεπτικισμός και η αμφιβολία αν όλα τα στοιχεία μιας αυτο-βιογραφίας είναι κάτι μοναδικό και πρωτότυπο ή συνιστούν μία κοινοτυπία σκέψεων και πράξεων που χαρακτηρίζουν την πλειονότητα των πολιτών. Τους παραπάνω προβληματισμούς συμμερίζεται κι εκφράζει και ο Πορτογάλος ποιητής Φερνάντο Πεσόα.
«Τι μπορεί δηλαδή να εξομολογηθεί κανείς που να αξίζει τον κόπο ή που να είναι χρήσιμο; Αυτό που μας έχει συμβεί, είτε συνέβη σ’ όλον τον κόσμο είτε μόνο σ’ εμάς. Στην πρώτη περίπτωση δεν έχουμε τίποτα το καινούργιο να πούμε, στη δεύτερη κανείς δεν μπορεί να το καταλάβει».
Τα κοινότυπα και τα προσωπικά
Προς επίρρωση των επιφυλάξεων του Πεσόα για την αναγκαιότητα ή χρησιμότητα της βιογραφίας – αυτο-βιογραφίας θα μπορούσε κάποιος να ξεφυλλίσει κάποιες βιογραφίες – επωνύμων ή ανωνύμων – που γέμουν Χρονολογιών, Προσώπων, Σχέσεων, Συνηθειών, αγαπημένων Βιβλίων ή Μουσικής ή κάποιων λεπτομερειών που αφορούν την επαγγελματική διαδρομή του γράφοντα. Σε ποιο βαθμό όλα αυτά θα μπορούσαν να προκαλέσουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη, αφού αποτελούν κοινό τόπο – με μικρές διαφοροποιήσεις – σε όλους; Τι θα προσέφερε σε έναν απαιτητικό αναγνώστη αν γνωρίσει το είδος της μουσικής, τα χόμπυ και τα αγαπημένα βιβλία του γράφοντα;
Από την άλλη πλευρά αν μία βιογραφία – αυτο-βιογραφία εστιάζει σε πολύ προσωπικά στοιχεία του γράφοντα που συνιστούν μοναδικές εμπειρίες και βιώματα γι’ αυτόν, πόσο αυτά θα μπορούσαν να διεγείρουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη αφού τις εμπειρίες και τα βιώματα να τα γνωρίσεις – διαβάσεις μόνο μπορείς και όχι να τα «ζήσεις». Οι εμπειρίες και τα βιώματα του υποκειμένου λειτουργούν ως τα απόλυτα στεγανά που αποκλείουν την πρόσβαση του άλλου. Κι αυτό γιατί ο καθένας αντιδρά ή βιώνει τον πόνο, την απελπισία ή τον ενθουσιασμό με έναν μοναδικό τρόπο που καμία περιγραφή δεν θα μπορούσε να αποδώσει με ακρίβεια.
Η Ένσταση
Ίσως θα μπορούσε κάποιος να αντιτείνει πως όλες οι παραπάνω σκέψεις και επιφυλάξεις για το περιεχόμενο των αυτοβιογραφιών είναι υπερβολικές, αφού όλοι μας είμαστε προϊόντα – γεννήματα και των «διδαχών» που αντλήσαμε από τη ζωή των άλλων. Ακόμη κι αν δεν μπορούμε να βιώσουμε τα προσωπικά στοιχεία των άλλων, μπορούμε να βρούμε αναλογίες και να αποκομίσουμε κάτι θετικό ως «διδαχή». Κι αυτό γιατί ο καθένας έχει τον δικό του τρόπο να κεφαλαιοποιεί ως προσωπική εμπειρία την μοναδικότητα και το ανεπανάληπτο των προσωπικών στιγμών των άλλων.
Πολλοί, δηλαδή, διατείνονται πως η βιογραφία – αυτο-βιογραφία ως λογοτεχνικό είδος παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον στο φιλαναγνωστικό κοινό αφού ο καθένας στην ζωή των άλλων μπορεί να βρει κάτι δικό του ή να κατανοήσει καλύτερα κάτι πολύ δικό του που ίσως αδυνατούσε να το αξιολογήσει στο σωστό του μέγεθος. Εξάλλου τα προσωπικά αδιέξοδα και τα ναυάγια των άλλων έχουν κάτι κι από τα δικά μας και γι’ αυτό μάς συγκλονίζουν όπως οι αποτυχημένες προσπάθειες των συνανθρώπων μας και τα διαψευσμένα όνειρά τους μάς αγγίζουν τόσο πολύ ως να ήμασταν εμείς οι πρωταγωνιστές. Όλοι στην ανάγνωση μιας βιογραφίας νιώθουμε «νόμιμοι λαθρεπιβάτες» στη ζωή των άλλων.
Η εσωτερική διαπάλη
Όπως στην εξομολόγηση – αυτοεξομολόγηση και στην αυτογνωσία έτσι και στην αυτοβιογραφία διεξάγουμε έναν ανελέητο διμέτωπο αγώνα. Είμαστε διχασμένοι. Ως «κριτές» είμαστε απαιτητικοί και σκληροί στην επισήμανση και αποκάλυψη εκείνων των στοιχείων που κατατρώγουν ύπουλα τα σωθικά μας χωρίς ποτέ κανείς να το γνωρίζει (Το Εγώ ως κριτής). Από την άλλη πλευρά, όμως, ως «κρινόμενοι» αμυνόμαστε και πασχίζουμε να κρύψουμε τα αδύνατα κι απόκρυφα του εαυτού μας. Μάς φοβίζει η αποκάλυψη και η παραδοχή κάποιων υπαρκτών μεν – κρυφών δε – στοιχείων του εαυτού μας (Το Εγώ ως κρινόμενος – αντικείμενο κριτικής).
Στις μυλόπετρες, λοιπόν, αυτής της διαπάλης δοκιμάζεται κάθε φορά η απόπειρα μιας αυτο-βιογραφίας. Χρειάζεται εσωτερική τόλμη να δεις και να κοινοποιήσεις όσα ασυνείδητα σμίλεψαν τη ζωή σου και προδιέγραψαν το οδοιπορικό σου. Χρειάζεται περισσή υπομονή και γνώση γιατί η αυτοβιογραφία από μόνη της εμπεριέχει τα πεδία της αυτογνωσίας, της ετερογνωσίας και της ανθρωπογνωσίας. Κατεξοχήν, όμως, η αυτοβιογραφία είναι μία μελέτη ζωής. Μιας ζωής που δεν ζήσαμε, αλλά θα θέλαμε να ζήσουμε. Μιας ζωής που τρέφει τον δισταγμό μας αλλά και τον κρυφό πόθο μας να βρούμε το νόημά της
«Η ζωή είναι ο δισταγμός ανάμεσα στο θαυμαστικό και το ερωτηματικό. Σε περίπτωση αμφιβολίας υπάρχει η τελεία» (Πεσόα).