Σε τρεις ημέρες θα γιορτάσουμε την επέτειο του Έπους του ΄40, θα θυμηθούμε τους ηρωϊκούς Έλληνες που με το χαμόγελο στα χείλη ξεκίνησαν να αντιμετωπίσουν έναν υπεράριθμο και υπεροπλισμένο εχθρό. Η τέχνη έχει το δικό της μερίδιο σ΄αυτήν την ιστορία. Ο Αλέξανδρος Αλεξανδράκη χαρακτηρίστηκε ο ζωγράφος του ΄40 αφού απεικόνισε και άφησε παρακαταθήκη για το μέλλον τους πίνακές του που απεικονίζουν τον πόνο και την αγωνία του πολέμου. Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “ΚΙΝΗΜΑ”.
Ο Αλεξανδράκης μας δίνει τον πόλεμο όπως τον έζησε. Και ο πόλεμος του ’40. όπως κάθε πόλεμος, έχει περισσότερα πρόσωπα. Δεν είναι μόνο ηρωισμοί και εσωτερικό μεγαλείο, προελάσεις και επιθέσεις. Είναι και πόνος και θάνατος, είναι νεκροί και τραυματίες είναι κρυολογήματα και ακρωτηριασμοί, είναι πείνα και κακουχίες…
Αναμφίβολα ζωγράφος του ’40 μπορεί να θεωρηθεί μόνο ο Αλέξανδρος Αλεξανδράκης (1913-1968) μαθητής του Ουμβέρτου Αργυρού στη ζωγραφική και του Γιάννη Κεφαλληνού στη χαρακτική. Και αυτό όχι μόνο γιατί ζωγράφισε και σχεδίασε σκηνές από τον πόλεμο του 40, αλλά γιατί τον έζησε και μας δίνει τα ίδια τα εσωτερικά του βιώματα. Έτσι, ενώ στις άλλες περιπτώσεις τόσο για τον πόλεμο του ’40 όσο και άλλους πολέμους και συγκρούσεις οι καλλιτέχνες αντιμετωπίζουν περισσότερο εξωτερικά τον πόλεμο -με λίγες εξαιρέσεις-, αυτός που στρατεύεται και βρίσκεται στο μέτωπο, ζει τις σκηνές που εικονίζει, μεταφέρει σε σχέδια και αργότερα σε ζωγραφική καθαρά βιωματικές τις εμπειρίες του, μεταφέρει όλο το εσωτερικό περιεχόμενο των συναντήσεών του. Και με το Λεύκωμα που εξέδωσε το 1968 με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Έτσι πολεμούσαμε το 1940-41» με 80 σχέδια και 22 ζωγραφικούς πίνακες μας επιτρέπει να πλησιάσουμε καλύτερα τον χαρακτήρα του πολέμου.
Στα σχέδια και τη ζωγραφική του μας δίνει κάθε κατηγορίας σκηνές από τις επιθέσεις και τις προελάσεις, τις συλλογικές προσπάθειες και τις ατομικές αντιδράσεις, τη δράση των διαφόρων σχηματισμών, τον ηρωισμό και τους νεκρούς, τα κρυοπαγήματα και τους τραυματίες. Σε ένα μορφοπλαστικό ιδίωμα στο οποίο συνδυάζεται η οξύτητα και ποιότητα του σχεδίου του και η δύναμη υποβολής του χρώματος, εξπρεσιονιστικοί τύποι και χαρακτηριστικά του μπαρόκ, ρομαντική διάθεση και απόδοση του ουσιαστικού. Όλο τον χαρακτήρα και την εκφραστική δύναμη της ζωγραφικής του γλώσσας το διαπιστώνει κανείς αν μείνει έστω και σε λίγα έργα του, ζωγραφικά και σχέδια.
Με το 28 Οκτωβρίου 1940, με τους ημιονηγούς που προχωρούν στο μέτωπο, τις γυναίκες και τα παιδιά να τους βοηθούν και να τους εύχονται τη νίκη, είναι η διαγώνια οργάνωση και η περιορισμένη σχηματοποίηση των μορφών όπως και τα συγκρατημένα χρώματα που δίνουν την ατμόσφαιρα της σκηνής. Ενώ η Πορεία με τον φαντάρο που προχωρεί τυφλωμένος σχεδόν από τη χιονοθύελλα είναι η έμφαση στα ψυχρά χρώματα και τα υπαινικτικά χαρακτηριστικό που ολοκληρώνουν το περιεχόμενο του θέματος. Για το άγριο εξπρεσιονιστικό πάθος και τα μπαρόκ στοιχεία χαρακτηρίζεται το Πυροβολικό στο Βουνό, με τους φαντάρους που τραβούν τα ζώα φορτωμένα με τμήματα πυροβόλων στα χιόνια. Σε διάφορες παραστάσεις με το ίδιο θέμα είναι πάντα η διαγώνια οργάνωση και οι μεγάλες χειρονομίες και η στενή σχέση ανθρώπου και ζώου, που εκφράζουν όλο τον χαρακτήρα της σκηνής. Για ανάλογα στοιχεία διακρίνονται και έργα σαν το ο Ύπνος του Δικαίου με τον φαντάρο να πετά τη χειροβομβίδα, πάλι σκηνή που εξπρεσιονιστικό πάθος και ψυχρά χρώματα δίνουν τον τόνο.
Με τη σχηματοποίηση και την έμφαση στο ουσιαστικό στο Νυχτερινή Περίπολος, ο Αλεξανδράκης μας δίνει ένα θαυμάσιο σύνολο, που βασίζεται τόσο στην επιθετική διαγώνια οργάνωση, όσο και τα ζεστά χρώματα. Και μπορεί να μείνει κανείς περισσότερο σε έργα σαν το Προς του Χειρουργείο, με τον φαντάρο μόνο στο χιόνι, το χέρι με γάζες τα πόδια σε κουρέλια, για να αποφύγει τα κρυοπαγήματα, όπου είναι τα ψυχρά γκρίζα και γαλάζια χρώματα, που υποβάλλουν ακόμη και ψυχικές καταστάσεις. Δεν λείπουν έργα, όπως το η Τελευταία Προσπάθεια, με τον νεκρό ανάμεσα στους συναδέλφους του που αγωνίζονται πάντα για να καταλάβει όλη τη φρίκη του πολέμου, που ζει ο ίδιος ο καλλιτέχνης. Όπως και σε σκηνές σαν το Μεταφορά Τραυματία, με τον φαντάρο ως τα γόνατα στο νερό, τον τραυματία στην πλάτη του και το μουλάρι πλάι του. ακόμη σκηνές σαν το Ξαφνικά τη Νύχτα με το άλογο που αφηνιάζει από κάποια οβίδα, τον φαντάρο που αγωνίζεται να το συγκρατήσει, τους άλλους φαντάρους που χάνονται στη νύχτα και το χιόνι.
Μερικές χαρακτηριστικές ακόμη σκηνές μας δίνει ο Αλεξανδράκης με τις επιθέσεις και τις προεκτάσεις του, όπως το Έφοδος με τους φαντάρους με εφ’ όπλου λόγχην, το Κατάληψη εχθρικής θέσεως με τους φαντάρους στο πρώτο και το δεύτερο επίπεδο, το Γρήγορη Προέλαση του Πυροβολικού και άλλες. Και στα έργα αυτής της ομάδας ο Αλεξανδράκης χρησιμοποιεί με θαυμάσιο τρόπο την οργάνωση για να δώσει όλο τον χαρακτήρα του θέματος. Μάλιστα με τον συνδυασμό ζεστών και ψυχρών χρωμάτων και με την έμφαση σε παραπληρωματικά θέματα, κατορθώνει να εκφράσει σαφέστερα όλες τις διαστάσεις των σκηνών που εικονίζονται. Αλλά ακόμη δεν μπορεί να μην μείνει κανείς σε παραστάσεις όπως το Πέρασμα Κάτω από τα Συρματοπλέγματα και το Μεταφορά Πυρομαχικών στα Υψώματα με τον καταλυτικό ρόλο των ψυχρών χρωμάτων, που εντατικοποιούνται από τα περιορισμένα ζεστά.
Περισσότερες σκηνές όλων των κατηγοριών μας δίνει ο Αλεξανδράκης με τα σχέδιά του. Σ’ αυτά έχουμε όλα σχεδόν όσα έζησε στον πόλεμο, από τη μεταφορά των πυρομαχικών από τις γυναίκες της Πίνδου, στην ξεκούραση των φαντάρων, τις προελάσεις και τις επιθέσεις, τους τραυματίες και τους νεκρούς. Σχέδια που μερικά έχουν αποτελέσει αφετηρίες για τη ζωγραφική του και άλλα είναι ελεύθερες σπουδές, διακρίνονται όλα για την ποιότητα της γραμμής του και την εκφραστική τους αλήθεια. Μάλιστα, μερικά από αυτά, έχουν μεγαλύτερη αμεσότητα και πηγαιότητα, καθώς αποτελούν κυριολεκτικά έκφραση των εσωτερικών συγκινήσεων της στιγμής.
Στα σχέδιά του ο Αλεξανδράκης χρησιμοποιεί συνήθως ένα ελλειπτικό λεξιλόγιο, που λιγότερο περιγράφει και περισσότερο υποβάλλει το εσωτερικά περιεχόμενο του θέματος. Άλλωστε, με την παχιά και άλλοτε τη λεπτή γραμμή, τα παραστατικά στοιχεία και τη σχηματοποίηση, τα τονισμένα περιγράμματα και τις πυκνές διαγραμμίσεις μεταφέρει στον θεατή την ίδια την προσωπική επαφή με τις σκηνές που δίνει. Σκηνές που έχει ζήσει και στις οποίες έχει και αυτός μέρος. Και αυτό είναι που δίνουν μεγαλύτερη αμεσότητα και εκφραστική αλήθεια στις εικόνες του. Άλλοτε με λίγες γραμμές και άλλοτε με ιδιαίτερη έμφαση στα παραπληρωματικά και ανεκδοτολογικά θέματα, οι παραστάσεις του, εκφράζουν με εκπληκτικό για την αλήθεια τους τρόπο, τον χαρακτήρα των σκηνών που τον απασχολούν. Ακόμη και αν μείνει σε λίγα από τα σχέδια του Αλεξανδράκη όπως το Κρυοπαγήματα –που το έχει μεταφέρει και σε ζωγραφικό– το Από Κορυφή σε Κορυφή, το Ζώα και Άνθρωποι για τον Αυτό Σκοπό, το Στα Πολυβόλα, το Ενέδρα, το Ξίφος στην Ανάπαυση με τον φαντάρο που στεγνώνει τις κάλτσες του στο ξίφος, για να καταλάβει όλο τον πλούτο και την εκφραστική δύναμη του σχεδίου του.
Ο Αλεξανδράκης μας δίνει τον πόλεμο όπως τον έζησε. Και ο πόλεμος του ’40. όπως κάθε πόλεμος, έχει περισσότερα πρόσωπα. Δεν είναι μόνο ηρωισμοί και εσωτερικό μεγαλείο, προελάσεις και επιθέσεις. Είναι και πόνος και θάνατος, είναι νεκροί και τραυματίες είναι κρυολογήματα και ακρωτηριασμοί, είναι πείνα και κακουχίες. Με τη ζωγραφική και τα σχέδια του ο Αλεξανδράκης δεν επιδιώκει να εξωραΐσει τον πόλεμο αλλά να δείξει τα διάφορα πρόσωπά του. Δίνει τον ενθουσιασμό και την έξαρση των μαχητών που αγωνίζονται για την ελευθερία, την ανθρώπινη υπόσταση και τις ανθρώπινες αξίες. Αλλά δεν ξεχνά με τι πληρώνονται αυτά και δεν διστάζει να μας το δείξει. Έτσι, παρουσιάζεται σαν ένας χρονικογράφος του πολέμου, που δεν επιχειρεί να κρύψει κανένα από τα πρόσωπά του. Σε έργα με ένα καθαρά προσωπικό μορφοπλαστικό λεξιλόγιο, στο οποίο συνδυάζονται εξπρεσιονιστικά και εμπρεσιονιστικά στοιχεία, ρομαντική διάθεση και μπαρόκ χαρακτηριστικά, εξαιρετικό σχέδιο και δύναμη υποβολής του χρώματος.
(Πηγή: Καθημερινή. Επτά ημέρες, 26 Οκτωβρίου 1997. «Πόλεμος του ’40», σ. 8-10)